karta pasxa 2025 pages to jpg 0001

 

logkair

 

                                                                                   ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Με μεγάλη επιτυχία πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 1η Φεβρουαρίου η διαδικτυακή ημερίδα του Πανελληνίου Θεολογικού Συνδέσμου «ΚΑΙΡΟΣ» που έγινε με αφορμή την γιορτή των Τριών Ιεραρχών.

Το πρώτο μέρος ήταν αφιερωμένο στα 1700 χρόνια από την Α΄ (325-2025) Οικουμενική Σύνοδο. Μίλησαν ο κ. Δημήτριος Μόσχος, Καθηγητής Θεολογικής Σχολής ΕΚΠΑ, με θέμα «Συνοδικότητα, Δημοκρατία και Χάρισμα στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο. Η σημασία τους σήμερα», όπου τόνισετη σημασία αυτού καθ’ αυτού του γεγονότος της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου ως αναβίωσης του δημοκρατικού στοιχείου στο ρωμαϊκό δημόσιο βίο (που είχε πια αρκετά υποχωρήσει τον 4ο αιώνα) που, όμως, έγινε με τους όρους της χαρισματικής εμπειρίας του Αγίου Πνεύματος, γι’ αυτό και ο σύγχρονος της Συνόδου ιστορικός Ευσέβιος Καισαρείας το συγκρίνει με την Πεντηκοστή. Αυτό, υποστήριξε ο κ. Μόσχος, έχει ιδιαίτερη σημασία για μας σήμερα, αφού μας δείχνει ότι η έννοια του χαρίσματος στη χριστιανική ζωή δεν απορρίπτει αλλά ανακαινίζει την πολιτική και ειδικά τη συμμετοχική και δημοκρατική μορφή της στην προοπτική των εσχάτων.

Ο δεύτερος στη σειρά ομιλητής κ. Θεόδωρος Γιάγκου, Ομότιμος Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ, στην εισήγησή του με θέμα: «Από την Α’ Οικουμενική Σύνοδο στη Σύνοδο της Κρήτης. Η παράλληλη θεματολογία», παρουσίασε την κοινή θεματολογία, καθώς και πτυχές του Συνοδικού Θεσμού, έτσι όπως αυτός εκφράστηκε στην Α´ Οικουμενική Σύνοδο και στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Ορθοδόξου Εκκλησίας (Κρήτη 2016). Τα θέματα του γάμου μετά τη χειροτονία και της εορτής του Πάσχα απασχόλησαν αμφότερες τις Συνόδους. Σήμερα η εορτή του Πάσχα επανέρχεται στη θεολογική επικαιρότητα με δεδηλωμένη την πρόθεση της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας να υιοθετήσει όσα αποφασίστηκαν στην Σύνοδο της Νικαίας. Για την Ανατολική Εκκλησία, ο κοινός εορτασμός θα διευκολύνει ποιμαντικά το ορθόδοξο πλήρωμα, κυρίως αυτό που ευρίσκεται στις χώρες της λεγομένης Διασποράς, αλλά και τις οικογένειες που έχουν συνάψει μικτό γάμο, προφανώς με Ρωμαιοκαθολικούς, Προτεστάντες, Αγγλικανούς. Στην εισήγηση, επίσης, έγινε λόγος και για τη συμβολή του αειμνήστου Αρχιεπισκόπου Αλβανίας κυρού Αναστασίου στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο και ειδικότερα για τη σύνταξη του Μηνύματός της.

Τελευταίος ομιλητής του Α΄ Μέρους ήταν ο BasiliusGroen, Καθηγητής στο Γκράτζ της Αυστρίας και στο Ποντιφικό Ινστιτούτο με τίτλο: «Ο Συνοδικός θεσμός στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Μια νέα θεώρηση». Στην εισήγησή του περιέγραψε πόση έμφαση, δίνει πλέον η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία στη συνοδικότητα μέσω μιας παγκόσμιας Συνοδικής Διαδικασίας. Συγκεκριμένα ο κ. Groen αναφέρθηκε στις Επισκοπικές Σύνοδοι του 2023 και 2024 στη Ρώμη που συζητήθηκαν θέματα όπως η συμμετοχή γυναικών με δικαίωμα ψήφου, η ισότιμη συμμετοχή όλων των συμμετεχόντων, κληρικών και λαϊκών και η παρουσία εκπροσώπων άλλων Εκκλησιών στις συζητήσεις και άλλα ακανθώδη ζητήματα όπως η κακοποίηση, των διακρίσεων κατά των γυναικών, η κατάχρηση εξουσίας, η ανάγκη για μια ολοκληρωμένη οικολογία και η ανάγκη για εκκλησιαστική ανανέωση. Τέλος, αναφέρθηκε τόσο στις εντάσεις που προκάλεσε η Συνοδικότητα, ειδικά στη Γερμανία, όσο και στο διάλογο μεταξύ Ορθοδόξων και Καθολικών που συνεχίζεται με την ομάδα «Αγ. Ειρηναίος Λυώνος» η οποία εργάζεται πάνω στο θέμα των σχισμάτων και της ενότητας.

Το Β΄ Μέρος της Ημερίδας ήταν αφιερωμένο στα 15 χρόνια από την ίδρυση του Πανελληνίου Θεολογικού Συνδέσμου «ΚΑΙΡΟΣ».

Πρώτος ομιλητής ήταν ο κ. Μιλτιάδης Κωνσταντίνου Επίτιμος Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ ο οποίος με θέμα: «Θρησκευτική παιδεία σε ένα σύγχρονο λαϊκό κράτος» αναφέρθηκε στην εποχή του απόλυτου αποπροσανατολισμού και πνευματικής αποχαύνωσης το μάθημα των Θρησκευτικών, απαλλαγμένο από τα κατηχητικά χαρακτηριστικά του, μπορεί να λειτουργήσει ως μια φωνή ελπίδας που θα αντιπαραθέσει στα σημερινά αδιέξοδα το όραμα μιας κοινωνίας χωρίς αποκλεισμούς και που θα αναζητήσει μια έντιμη διέξοδο ανάμεσα από τις παγίδες της απόλυτης ατομοκρατίας του “create your own myth” από τη μια μεριά και του ολοκληρωτισμού, στον οποίο οδηγεί ο φονταμενταλισμός από την άλλη.

            Δεύτερη στη σειρά ομιλήτρια ήταν η κα Κατερίνα Πενιρτζή, θεολόγος εκπαιδευτικός, με θέμα εισήγησης: «Δεκαπέντε χρόνια “ΚΑΙΡΟΣ”, δεκαπέντε χρόνια προσπάθειας και αγώνα για την αναβάθμιση της Θρησκευτικής Εκπαίδευσης». Η εισηγήτρια αναφέρθηκε στις ζυμώσεις του «ΚΑΙΡΟΥ», στην ανάγκη του να διακονήσει μια ορθόδοξη ζωντανή θεολογία και τη θρησκευτική εκπαίδευση, με πρόταση θρησκευτικού μαθήματος, με θεμέλιο την ορθόδοξη χριστιανική παράδοση και τον τρόπο που βιώνεται και εκφράζεται στην ιστορική πορεία της Εκκλησίας, πλαισιωμένο με στοιχεία άλλων ομολογιών και θρησκειών, που μπορεί να απευθύνεται σε όλους τους μαθητές χωρίς καμία διάκριση, να διερευνά απαντήσεις στα σύγχρονα προβλήματα που διχάζουν την ανθρωπότητα και να συνεισφέρει στον αμοιβαίο σεβασμό, στην κατανόηση του διαφορετικού και στην ειρηνική συνύπαρξη των ανθρώπων στη σύγχρονη κοινωνία. Η κα Πενιρτζή τόνισε πως ο «ΚΑΙΡΟΣ» κάνει προτεραιότητά του την ανάγκη των εκπαιδευτικών για επιμόρφωση προκειμένου να αναπτύξουν τις δεξιότητες που απαιτεί η αλλαγή, και οργανώνει πολλές και ποικίλες επιμορφωτικές δράσεις. Η δυναμική του παρουσία στον εκπαιδευτικό κόσμο είναι μια παρακαταθήκη για τον συνεχή αγώνα του για την αναβάθμιση της θρησκευτικής εκπαίδευσης και για μια πολυεπίπεδη στήριξη των εκπαιδευτικών θεολόγων και δασκάλων.

Ο τρίτος ομιλητής κ. Γρηγόρης Μαυροκωστίδης, θεολόγος εκπαιδευτικός, με τίτλος εισήγησης: «Η γλώσσα της Θεολογίας και η γλώσσα των νέων στο σχολείο σήμερα», αναφέρθηκε στην ευθύνη της θεολογίας σήμερα, να συνομιλήσει με τους νέους, να αφουγκραστεί την κριτική, τα όνειρα  και την αγωνία τους. Να κάνει τη γλώσσα των νέων γλώσσα της θεολογίας. Να αναδείξει την βαθύτερη εσωτερική συνάφεια  της Βιβλικής και Πατερικής Θεολογίας με το ήθος των νέων, ως ήθος αγάπης και ελευθερίας. Να γνωρίσει τον άλλο, τον διαφορετικό. Να διαλεχθεί με την  επιστήμη, την τέχνη και τον πολιτισμό, τη βαθύτερη  ανάγκη της  ανθρώπινης ψυχής για μεταμόρφωση και δημιουργία. Η σάρκωση της αλήθειας σε κάθε εποχή δεν συνιστά  εκκοσμίκευση της θεολογίας άλλα πραγμάτωση και φανέρωση της αλήθειας για το Θεό και τον άνθρωπο που πρέπει να παραμένει το κέντρο.

Ακολούθησε γόνιμος διάλογος και η εκδήλωση έκλεισε με ένα βίντεο με φωτοστιγμές από την ίδρυση του Συνδέσμου το 2010 ως και τις τελευταίες συναντήσεις των μελών του το 2024.

Στο κανάλι του ΚΑΙΡΟΥ στο YouTube και στους κάτωθι συνδέσμους θα βρείτε τα βίντεο:

Α΄ Μέρος της Ημερίδας: https://www.youtube.com/watch?v=aNDlNCkpiIQ

Β΄ Μέρος της Ημερίδας: https://www.youtube.com/watch?v=0GULrSCwGYA

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ
gjre

Το περιοδικό ΕλΘΕ (Ελληνική Έκδοση για τη Θρησκευτική Εκπαίδευση) / GjRE (Greek Journal of Religious Education) είναι μία διεθνής επιστημονική περιοδική έκδοση με αξιολόγηση (peer-review) που έχει έδρα στην Ελλάδα και ανήκει στον Πανελλήνιο Θεολογικό Σύνδεσμο «ΚΑΙΡΟΣ -για την αναβάθμιση της θρησκευτικής εκπαίδευσης». Δημοσιεύει άρθρα στην ελληνική και την αγγλική γλώσσα σχετικά με την Θρησκευτική Εκπαίδευση, την Παιδαγωγική και τη Θεολογία.

περισσότερα...

 

Η εκπόνηση Προγραμμάτων Σπουδών είναι μια σύνθετη και επίπονη επιστημονική εργασία, η οποία απαιτεί πολυεπίπεδη θεωρητική γνώση και παιδαγωγική εμπειρία. Η αποτίμηση του περιεχομένου και της δυναμικής ενός Προγράμματος Σπουδών είναι απαιτητική διαδικασία, η οποία γίνεται με επιστημονικά κριτήρια, κυρίως μέσα από την πειραματική εφαρμογή του. Οι απλουστευτικές κρίσεις με ιδεολογικό υπόβαθρο, όσο και εάν είναι χρήσιμες για την καταγραφή των τάσεων που διαμορφώνονται στο κοινωνικό πεδίο, μάλλον συσκοτίζουν τα πράγματα και δεν προάγουν τον επιστημονικό διάλογο.

Τα μέλη της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων για την εκπόνηση του νέου Προγράμματος Σπουδών στα Θρησκευτικά Δημοτικού-Γυμνασίου, το οποίο ολοκληρώθηκε ήδη από το 2011, δοκιμάστηκε πιλοτικά και αναθεωρήθηκε σε αρκετά σημεία του το 2014, καθώς και τα μέλη της Επιτροπής του αντίστοιχου Προγράμματος του Λυκείου, παρακολουθούμε με ενδιαφέρον τόσο τον ευρύτερο διάλογο στην κοινωνία, για το μάθημα των Θρησκευτικών, όσο και ειδικότερα τον διάλογο στον εκπαιδευτικό κόσμο, για τα νέα Προγράμματα Σπουδών. Ως επιστήμονες, μάχιμοι εκπαιδευτικοί - θεολόγοι της σχολικής τάξης και του πανεπιστημίου, ενδιαφερόμαστε για την ανανέωση του μαθήματός μας και λαμβάνουμε υπόψη κάθε θετική πρόταση, η οποία κατατίθεται και φυσικά είναι τεκμηριωμένη. Στο πλαίσιο αυτό, άλλοτε συλλογικά και άλλοτε ατομικά, τα μέλη των Επιτροπών έχουμε εκφράσει τις απόψεις μας υπεύθυνα και με επιχειρήματα, όποτε αυτό κρίθηκε αναγκαίο.

Με αφορμή τις νέες συζητήσεις γύρω από το νομικό καθεστώς και τη φυσιογνωμία του μαθήματος των Θρησκευτικών, στο πλαίσιο των οποίων συχνά γίνονται αναφορές στα νέα Προγράμματα Σπουδών και στην πρόταση θρησκευτικής εκπαίδευσης που κομίζουν, θεωρούμε χρήσιμο να προβούμε με συντομία στις παρακάτω διασαφήσεις:

Το νομικό πλαίσιο

Το καθεστώς λειτουργίας και οργάνωσης του μαθήματος των Θρησκευτικών είναι απολύτως σαφές. Βασίζεται κατά κύριο λόγο στο Σύνταγμα και τους νόμους του κράτους, μεταξύ των οποίων είναι οι νόμοι της Εκπαίδευσης και εν μέρει o Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδος. Αυτό το νομικό πλαίσιο έχει ερμηνευθεί επαρκώς με αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας και των ανώτατων Διοικητικών Δικαστηρίων της χώρας, σύμφωνα με τα ισχύοντα τόσο σε εθνικό όσο και ευρωπαϊκό επίπεδο. Τα νέα Προγράμματα Σπουδών στα Θρησκευτικά όχι μόνο δεν αντιβαίνουν αλλά στηρίζονται σε αυτό το νομικό πλαίσιο και το εφαρμόζουν.

Η ανάγκη αλλαγής

Μέχρι την εκπόνηση των νέων Προγραμμάτων Σπουδών, δεν υπήρχε ένα ολοκληρωμένο και μεθοδικό Πρόγραμμα Σπουδών για το μάθημα των Θρησκευτικών, όπως άλλωστε και για τα άλλα μαθήματα. Η προβλεπόμενη διδακτική πορεία οριζόταν συνοπτικά από τα αναλυτικά προγράμματα και το Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών (ΔΕΠΠΣ), τα οποία όμως κατ’ ουσίαν δεν προσέφεραν στην καθημερινή διδακτική πρακτική, παρά τα όποια θετικά χαρακτηριστικά τους, καθώς λειτούργησαν κυρίως ως οδηγοί για τους συγγραφείς των διδακτικών βιβλίων.

Οι συνεχείς κοινωνικές εξελίξεις καθιστούν επιτακτική την ανάγκη προσαρμογής της θρησκευτικής εκπαίδευσης στις νέες συνθήκες, στο πλαίσιο των μορφωτικών αναγκών και προσδοκιών των σημερινών μαθητών. Είναι σαφές ότι άλλες είναι οι προκλήσεις που αντιμετώπιζαν οι μαθητές πριν από μερικές δεκαετίες και άλλες είναι οι εμπειρίες και οι αναζητήσεις τους σήμερα.

Οι παιδαγωγικές αρχές

Τα νέα Προγράμματα Σπουδών λαμβάνουν υπόψη τις σύγχρονες θεωρίες μάθησης και διδακτικής. Αξιοποιούν επιλεκτικά θέσεις από τις θεωρίες γνωστικής ανάπτυξης, τις θεωρίες ηθικής ανάπτυξης και της θρησκειοπαιδαγωγικής, προσεγγίσεις του κοινωνικοπολιτισμικού εποικοδομισμού και της κριτικής παιδαγωγικής. Αντιμετωπίζουν τη μάθηση ως προϊόν αλληλεπίδρασης, προάγουν την ανακαλυπτική μάθηση, την αυτενέργεια του μαθητή και την κοινωνικοποίησή του μέσα από τη συνεργατικότητα, στοχεύουν δε στην ανάπτυξη της κριτικής σκέψης. Προτείνουν συμμετοχικά μοντέλα οργάνωσης της τάξης, τα οποία τείνουν στη φθίνουσα καθοδήγηση από τον εκπαιδευτικό, έναντι του παραδοσιακού δασκαλοκεντρισμού. Ευνοούν τη διαφοροποίηση της διδασκαλίας, δίνοντας ίσες ευκαιρίες σε όλους τους μαθητές. Απελευθερώνουν τη διδακτική διεργασία, εισάγοντας καινοτόμες διδακτικές προτάσεις στην κατεύθυνση της διερευνητικής και βιωματικής μάθησης.

Στα ζητήματα αυτά η συμβολή των νέων Προγραμμάτων Σπουδών είναι μεγάλη και καθοριστική. Τα μηνύματα από την πιλοτική εφαρμογή τους στην υποχρεωτική εκπαίδευση είναι ελπιδοφόρα, με πολλούς εκπαιδευτικούς να εκφράζονται εγκωμιαστικά, αναγνωρίζοντας τη δυναμική της ανανέωσης της διδακτικής διαδικασίας και τους μαθητές να εκδηλώνουν ισχυρό ενδιαφέρον και διάθεση ενεργητικής συμμετοχής στις νέες τεχνικές διδασκαλίας.

Το διδακτικό περιεχόμενο

Τα νέα Προγράμματα Σπουδών προσαρμόζουν τα βασικά για διδασκαλία θέματα των Θρησκευτικών στα μαθησιακά ενδιαφέροντα των μαθητών, ανάλογα με την ηλικία και την ανάπτυξή τους. Δίνουν έμφαση στον θρησκευτικό γραμματισμό, προωθώντας στη μεν υποχρεωτική εκπαίδευση την ανίχνευση, την κατανόηση και στη συνέχεια την κριτική ερμηνεία της τοπικής θρησκευτικής παράδοσης και σε θεμιτό βαθμό των μεγάλων θρησκευτικών παραδόσεων, στο δε Λύκειο τη διερεύνηση θρησκευτικών συμπεριφορών και εκφάνσεων της θρησκευτικότητας.

Σε όλη τη διαδρομή της εκπαίδευσης, από το Δημοτικό μέχρι το Λύκειο, στο επίκεντρο της διδασκαλίας είναι η Ορθόδοξη Χριστιανική παράδοση, ενώ σε ένα ευρύτερο κύκλο προσεγγίζονται οι χριστιανικές παραδόσεις της Ευρώπης και τα μεγάλα θρησκεύματα του κόσμου, στον βαθμό που οι γνώσεις αυτές σχετίζονται με εμπειρίες και βιώματα των μαθητών. Ως προς το ζήτημα αυτό, τα νέα Προγράμματα δεν καινοτομούν, απεναντίας προεκτείνουν και διευρύνουν τις αρχές που διέπουν το ΔΕΠΠΣ, τοποθετώντας την παρεχόμενη θρησκευτική εκπαίδευση σε ένα νέο πλαίσιο, με ισχυρή νομιμοποιητική και παιδαγωγική βάση. Η ανάπτυξη της προσωπικής θρησκευτικής συνείδησης και πολιτιστικής ταυτότητας επιδιώκεται με απόλυτο σεβασμό στην ετερότητα. Επιπρόσθετα, συνυπολογίζονται τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των προβληματισμών και των αναζητήσεων των νέων, ειδικά στη δύσκολη περίοδο της εφηβείας, κατά την οποία τείνουν προς τον αντικομφορμισμό και την αμφισβήτηση.

Η διαπολιτισμική διάσταση

Τα νέα Προγράμματα Σπουδών και γενικότερα το μάθημα των Θρησκευτικών, εκτός των άλλων, υποστηρίζουν τη διαπολιτισμική διάσταση της θρησκευτικής εκπαίδευσης, με στόχο την καλλιέργεια αξιών, στάσεων και δεξιοτήτων ειρηνικής συνύπαρξης και συνεργασίας και την αποτροπή φονταμενταλιστικών και μισαλλόδοξων προσεγγίσεων.

Η ανθρωπότητα πορεύεται σε μία νέα φάση της ιστορίας της, κατά την οποία η θρησκεία και ο πολιτισμός αποκτούν μία κεντρική θέση, όπως συνέβη και κατά το παρελθόν. Τα πρόσφατα γεγονότα στην κεντρική Ευρώπη και η μετακίνηση των πληθυσμών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις τοπικές κοινωνίες, υπογραμμίζουν τον κίνδυνο επερχόμενων συγκρούσεων, οι οποίες δεν θα στηρίζονται μόνο σε πολιτικοοικονομικά συστήματα, αλλά θα χρησιμοποιούν τις θρησκείες. Η νέα πρόταση θρησκευτικής εκπαίδευσης έρχεται ως απάντηση στον φόβο και τον θρησκευτικό φανατισμό τη στιγμή που υψώνονται τείχη απομόνωσης σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Οι θρησκειολογικές αναφορές

Ορισμένες απόψεις που είδαν το φως της δημοσιότητας, ότι τάχα με τα νέα Προγράμματα Σπουδών το μάθημα μετατρέπεται σε θρησκειολογικό ή πολυθρησκειακό ή πανθρησκειακό, είναι επιφανειακές προσεγγίσεις, οι οποίες εκτός από το ότι είναι αναληθείς προδίδουν την περί του μαθήματος παρωχημένη άποψη των εισηγητών τους, καθώς θεωρούν ότι το μάθημα, λόγω «επικρατούσας θρησκείας», οφείλει να είναι μονοφωνικό και με σαφή άμεσο ή έμμεσο κατηχητικό προσανατολισμό. Επιπλέον, χονδροειδείς αναφορές περί δήθεν αλλοίωσης της χριστιανικής πίστης ή απομείωσης του προσώπου του Χριστού ή της Θεοτόκου, αποτελούν κακοπροαίρετη παραπληροφόρηση και φυσικά δεν συμβάλλουν στον διάλογο, εφόσον οποιοσδήποτε νηφάλιος «αναγνώστης» του νέου Προγράμματος θα διαπιστώσει εύκολα και γρήγορα ακριβώς το αντίθετο.

Όσοι γνωρίζουν από τη διδακτική πράξη το περιεχόμενο των υφιστάμενων σήμερα διδακτικών βιβλίων των Θρησκευτικών, γνωρίζουν καλά ότι ακόμη και αυτά περιλαμβάνουν θρησκειολογικά θέματα, ήδη από το Δημοτικό, όπου υπάρχουν ολόκληρες διδακτικές ενότητες με θρησκειολογικό περιεχόμενο. Στα νέα Προγράμματα Σπουδών τα θρησκειολογικά θέματα δεν αυξάνονται, αλλά απλώς διερευνώνται με νέα λογική, δηλ. με βάση τα ενδιαφέροντα των μαθητών στο συγκεκριμένο περιβάλλον που ζουν. Το εύρος των θρησκειολογικών αναφορών εγγράφεται στο πλαίσιο του θρησκευτικού γραμματισμού των μαθητών και καλύπτει τις πραγματικές μορφωτικές ανάγκες, που αφορούν σε ένα θρησκευτικά εγγράμματο άνθρωπο της εποχής μας.

Οι επικριτικές ακρότητες

Κάθε τεκμηριωμένη άποψη ή πρόταση, αλλά και ή καλοπροαίρετη κριτική που κατατίθεται είναι ευπρόσδεκτη. Αρκετές παρατηρήσεις που διατυπώθηκαν, κυρίως από ενεργούς εκπαιδευτικούς, ήδη ελήφθησαν υπόψη κατά την αναθεώρηση του Προγράμματος Σπουδών στα Θρησκευτικά Δημοτικού-Γυμνασίου. Παρ’ όλα αυτά, δεν μπορούμε να μην επισημάνουμε ορισμένες περιπτώσεις ακραίας κριτικής και ανοίκειας συκοφάντησης των νέων Προγραμμάτων, με δόλιες επικοινωνιακές πρακτικές, αστήρικτες κατηγορίες και απαράδεκτα υπονοούμενα, με στόχο τη σπίλωση της υπόληψης των ανθρώπων που εργάστηκαν για την εκπόνησή τους. Πρόκειται για τα ίδια πρόσωπα που διατύπωναν αρνητική κριτική, με παρόμοια επιχειρήματα, και κατά την παραγωγή νέων διδακτικών βιβλίων, το 2006. όταν εφαρμόστηκε το ΔΕΠΠΣ. Σήμερα, δήθεν τα υποστηρίζουν επειδή τάχα τα νέα Προγράμματα Σπουδών αλλοιώνουν το περιεχόμενο του μαθήματος. Ορισμένοι εκ των επικριτών άρχισαν να διατυπώνουν απορριπτικές κρίσεις για τα νέα Προγράμματα πριν καν ξεκινήσει η εκπόνησή τους, πριν δημοσιευθούν και εφαρμοστούν πιλοτικά και φυσικά το ίδιο έπραξαν και στη συνέχεια, προσπαθώντας να δημιουργήσουν συνθήκες πόλωσης και αδιεξόδου.

Η Επιτροπή του Προγράμματος Σπουδών στα Θρησκευτικά Δημοτικού-Γυμνασίου επανειλημμένα και εξαντλητικά απάντησε σε όσες αιτιάσεις έκρινε αναγκαίο ότι πρέπει να απαντηθούν, με επιχειρήματα τα οποία ουδέποτε αμφισβητήθηκαν. Oρισμένοι επικριτές επανέρχονται, αποκρύπτοντας την αλήθεια με τρόπο αντιδεοντολογικό και εμμένοντας φανατικά στις προσωπικές τους ιδεοληψίες, χωρίς να θέλουν να δουν την ουσία και το όραμα που διαπνέει τα νέα Προγράμματα Σπουδών. Ένα όραμα το οποίο συνοψίζεται στη σύγχρονη ανάγκη και πραγματικότητα το μάθημα των θρησκευτικών να «μιλήσει» στους νέους, να τους καταρτίσει με αντικειμενικό θρησκευτικό πνεύμα και να τους διδάξει δεξιότητες συμβίωσης και διαλόγου με κάθε άνθρωπο, με πνεύμα ομόνοιας και κριτικής σκέψης. Και όλα αυτά με ποικίλα παιδαγωγικά και μαθησιακά εργαλεία, μεταμορφώνοντας το μάθημα σε πόλο έλξης και καλλιέργειας των μαθητών.

Ο διάλογος που (δεν) έγινε

Παρά το πλήθος των δημοσιευμάτων και την πληθώρα εκδηλώσεων γύρω από τα νέα Προγράμματα Σπουδών, δεν έχει γίνει ακόμη ένας υπεύθυνος και ουσιαστικός διάλογος ανάμεσα σε όλους τους εμπλεκόμενους για το ζήτημα της θρησκευτικής εκπαίδευσης. Ορισμένες προσπάθειες που έγιναν για την ανταλλαγή απόψεων, με τη συμμετοχή και των Εμπειρογνωμόνων του νέου Προγράμματος Σπουδών, δυστυχώς δεν ευοδώθηκαν με υπαιτιότητα άλλων, που αρνήθηκαν οποιαδήποτε συζήτηση επικαλούμενοι τη δική τους αναντίρρητη δογματική «αλήθεια», για την οποία φυσικά δεν υπάρχει περιθώριο αμφισβήτησης.

Τα μέλη των Επιτροπών εξακολουθούμε να πιστεύουμε στην αναγκαιότητα του διαλόγου. Το συγγραφικό έργο των Επιτροπών και η παραχθείσα τεκμηριωμένη αρθρογραφία γύρω από τα νέα Προγράμματα Σπουδών είναι στη διάθεση κάθε ενδιαφερόμενου. Είμαστε πρόθυμοι για περαιτέρω διευκρινήσεις και οποιαδήποτε συνεργασία απαιτηθεί.

Η δυναμική της ανανέωσης

Σε ένα κόσμο που αλλάζει συνεχώς, η έγνοια για συνεχή ανανέωση του θρησκευτικού μαθήματος είναι καθήκον όλων. Οι θεολόγοι εκπαιδευτικοί της τάξης γνωρίζουν ότι δεν μπαίνει «νέο κρασί σε παλιούς ασκούς» και αγωνίζονται καθημερινά για δημιουργική διδασκαλία και μάθηση.

Είναι επιβεβλημένο να αντιληφθούμε όλοι την κρισιμότητα της αποστολής τους και να στηρίξουμε αποτελεσματικά το έργο τους, ακόμη και με καλόπιστη κριτική, που οδηγεί σε μια επιθυμητή σύνθεση. Κάθε άλλη προσπάθεια συνιστά υπονόμευση του έργου τους, αλλά και αυτής της νομιμοποιητικής βάσης του μαθήματος.

Τα μέλη των Επιτροπών Εμπειρογνωμόνων

για την εκπόνηση των νέων Προγραμμάτων Σπουδών

και των Οδηγών του Εκπαιδευτικού

στα Θρησκευτικά Δημοτικού-Γυμνασίου και Λυκείου