Πήραν το... φραγγέλιο για τα Θρησκευτικά

Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος

 

Επιδίωξη αλλαγής του Συντάγματος σε ό,τι αφορά την Παιδεία στην Ελλάδα βλέπει ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος πίσω από τη συζήτηση των ημερών για την απαλλαγή από το μάθημα των Θρησκευτικών που ξεκίνησε με αφορμή τις δηλώσεις της αν. υπουργού Παιδείας, Σίας Αναγνωστοπούλου, περί απλοποίησης της σχετικής διαδικασίας.

«Το Σύνταγμα κανονίζει ποια είναι η πορεία αυτού του κράτους και λέει το Σύνταγμα ότι η Παιδεία μας πρέπει να είναι εθνική, χριστιανική, ελληνοχριστιανική Παιδεία. Δεν μπορεί ο καθένας να λέει ό,τι θέλει» δήλωσε ο επικεφαλής της Εκκλησίας της Ελλάδος φανερά δυσαρεστημένος και ασυνήθιστα παρεμβατικός για ένα θέμα που δεν είναι καινούργιο, αν παραμείνει στις διαστάσεις που έχει και αφορά το δικαίωμα απαλλαγής και όχι τη συζήτηση για το μάθημα των Θρησκευτικών, τον χαρακτήρα του και τη θέση του στο πρόγραμμα του σχολείου.

Προφανώς, όμως, ο Αρχιεπίσκοπος σπεύδει να προλάβει την όποια αναφορά στο θέμα «ανοίγοντάς» το τόσο όσο να φτάσει στο Σύνταγμα και στους Ελληνες που θα αποφασίσουν.

Οπως είπε χαρακτηριστικά: «Αν θέλουμε να τα αλλάξουμε αυτά τα πράγματα, θα αλλάξει το Σύνταγμα, αλλά το Σύνταγμα δεν αλλάζει μια λέξη, θα περάσει πρώτα από τις καρδιές μας και τις καρδιές των Ελλήνων».

Υπενθυμίζουμε ότι το Σύνταγμα (άρθρο 16) ορίζει ακριβώς: «H Παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Kράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Eλλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες».

Η εσπευσμένη αυτή αντίδραση αναπόφευκτα θα επηρεάσει το κλίμα της συνάντησης του Αρχιεπισκόπου με τον νέο υπουργό Παιδείας, η οποία έχει προγραμματιστεί για τις επόμενες ημέρες. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, που ο κ. Φίλης έχει αποφύγει δηλώσεις.

Η αναπληρώτρια υπουργός κ. Αναγνωστοπούλου προέβη στην επίμαχη δήλωση [(«Δεν είναι δυνατόν να οφείλει να δηλώνει ο μαθητής σε δημόσιο έγγραφο το θρήσκευμά του (ή την ιδιότητα του άθεου), ώστε να εξασφαλίσει την απαλλαγή. Θα το αλλάξουμε»)] ερωτηθείσα με αφορμή τα προβλήματα και τις αντιδράσεις που έχει προκαλέσει η –από φέτος εφαρμοζόμενη– εγκύκλιος Λοβέρδου που αυστηροποίησε το καθεστώς απαλλαγής επειδή –κατά τη δική του δήλωση– παρατήρησε κατάχρηση του δικαιώματος εξαίρεσης, κυρίως από τους μαθητές της τρίτης Λυκείου που διαβάζουν για τις πανελλαδικές!

Την εποχή αυτή δε γινόταν και… κατασκοπική δουλειά από θεολόγους για να βλέπουν αν οι διευθυντές δέχονταν έτσι εύκολα τις δηλώσεις, ενώ υπήρχαν και παραινέσεις συλλόγων προς μέλη να διαμηνύουν σε διευθυντές σχολείων για τις συνέπειες της μη εφαρμογής της περιβόητης δικαστικής απόφασης των Χανίων με την οποία απαγορευόταν η απαλλαγή.

Πάντως, ο προβληματισμός που κατά καιρούς αναδύεται στο προσκήνιο και έχει απασχολήσει και την εκπαιδευτική κοινότητα συνδέεται άμεσα με τον ομολογιακό χαρακτήρα που έχει το μάθημα των Θρησκευτικών, καθώς ακριβώς λόγω αυτού συνοδεύεται από τις εκάστοτε προβλέψεις (υπουργικές εγκυκλίους) για εξαίρεση.

Δεν είναι καινούργια η άποψη που έχει διατυπωθεί για τη μετατροπή του μαθήματος σε μάθημα θρησκειολογίας από το οποίο δεν θα μπορούσε κανείς μαθητής να ζητήσει απαλλαγή.

Παραμένει, ωστόσο, πέτρα σκανδάλου, αφού συνδέεται άμεσα με τη συνωμοσιολογία περί κατάργησης των θρησκευτικών, της ιστορίας μας και άλλων εθνικών κατακτήσεων. Γι’ αυτό, όπως έρχεται, έτσι και εξαφανίζεται από το προσκήνιο. Με διαβεβαιώσεις κάθε φορά για την υποχρεωτικότητα του μαθήματος στο ωρολόγιο πρόγραμμα.

Τι αποφάσισε πρόσφατα η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων

Δεν αντίκειται στο Σύνταγμα και τον νόμο για την προστασία των προσωπικών δεδομένων η δήλωση του μαθητή (αν είναι ανήλικος) ή των γονέων του ότι επιθυμούν την απαλλαγή του μαθητή από το μάθημα των Θρησκευτικών για λόγους θρησκευτικής συνείδησης.

Σε αυτή την κρίση κατέληξε πρόσφατα η Ολομέλεια της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, η οποία στην ουσία ερμηνεύει την εγκύκλιο 12773/Δ2/23.1.2015 του υπουργείου Παιδείας (Λοβέρδου) που εκδόθηκε δύο μέρες πριν από τις βουλευτικές εκλογές του περασμένου Ιανουαρίου και αφορά τις προϋποθέσεις για την απαλλαγή από το μάθημα των Θρησκευτικών.

Σύμφωνα με την Αρχή, στην επίμαχη δήλωση του μαθητή ή του γονέα στην οποία αναφέρεται ότι «ο μαθητής δεν είναι Χριστιανός Ορθόδοξος ή επικαλείται λόγους θρησκευτικής συνείδησης, δεν είναι υποχρεωτική η αναφορά του θρησκεύματος στο οποίο ανήκει».

Δηλαδή, συνεχίζει η Αρχή, «παρέχεται η δυνατότητα στους γονείς ή να υποβάλλουν υπεύθυνη δήλωση ότι το παιδί τους δεν είναι Χριστιανός Ορθόδοξος ή εναλλακτικά να ζητούν την απαλλαγή από την υποχρέωση παρακολούθησης με επίκληση λόγων θρησκευτικής συνείδησης».

Κατά συνέπεια, «δεν απαιτείται άνευ ετέρου δήλωση ότι ο μαθητής δεν είναι Χριστιανός Ορθόδοξος». Παράλληλα, η Αρχή υπογραμμίζει ότι η επίμαχη δήλωση είναι «σύμφωνη με τις διατάξεις του άρθρου 13 του Συντάγματος οι οποίες κατοχυρώνουν την ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης και τη θρησκευτική ελευθερία ως συνταγματική αρχή και ως ατομικό δικαίωμα».

Τι λένε οι γονείς

«Οσο απαράδεκτο είναι να απαιτεί κάποιος από τον πρωθυπουργό της χώρας να δηλώσει υπεύθυνα πως “δεν είναι χριστιανός ορθόδοξος” προκειμένου να δώσει πολιτικό όρκο, άλλο τόσο απαράδεκτο είναι να απαιτείται από τον μαθητή ή τον κηδεμόνα του να δηλώνουν υπεύθυνα πως ο μαθητής “δεν είναι χριστιανός ορθόδοξος” προκειμένου να αιτηθεί απαλλαγή από το μάθημα των Θρησκευτικών».

Αυτά έγραφε μεταξύ άλλων ο γιατρός Πάνος Παπανικολάου, γονέας μαθήτριας Γ’ Λυκείου, σε ανοιχτή επιστολή προς τον πρωθυπουργό Αλ. Τσίπρα και τον υπουργό Παιδείας Ν. Φίλη, ελάχιστες ώρες πριν από την επίμαχη δήλωση της αναπληρώτριας υπουργού Παιδείας Σ. Αναγνωστοπούλου για απλοποίηση της απαλλαγής από τα Θρησκευτικά.

Μετά την οργισμένη αντίδραση του αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου, ο Πάνος Παπανικολάου επιμένει δριμύτερος στο αρχικό του αίτημα: Να καταργηθεί τώρα η εγκύκλιος Λοβέρδου για τα Θρησκευτικά.

«Ο αρχιεπίσκοπος κάνει λάθος. Το καινοφανές δεν είναι αυτό που πρότεινε η αναπληρώτρια υπουργός, αλλά η εγκύκλιος του Α. Λοβέρδου. Η Σία Αναγνωστοπούλου πήγε απλώς να επαναφέρει την παλαιότερη εγκύκλιο και όσα ίσχυαν στην πράξη τα προηγούμενα χρόνια. Η κόρη μου ζητούσε απαλλαγή από τα θρησκευτικά με δική της πρωτοβουλία, από την Α’ Γυμνασίου. Ποτέ δεν της ζητήθηκε δήλωση θρησκεύματος. Μόνο φέτος. Αυτό που απαιτεί για πρώτη φορά η εγκύκλιος είναι αβάσιμο νομικά, καθώς εκτός των άλλων η δημοσιοποίηση θρησκευτικής πεποίθησης είναι παράνομη και αντισυνταγματική. Προφανώς τον σεβασμιότατο Ιερώνυμο τον πίεσαν αντιδραστικοί κύκλοι και έκανε τέτοιες δηλώσεις. Γιατί θυμάμαι πρόσφατα να λέει ότι η κατήχηση πρέπει να γίνεται στα κατηχητικά. Τι δουλειά έχει η κατήχηση στα δημόσια σχολεία; Αν ήταν μάθημα θρησκειολογίας, θα ήταν αλλιώς», λέει στην «Εφ.Συν.»

Δημήτρης Λάμπρου, εκπρόσωπος Τύπου της Ομοσπονδίας Ενώσεων Γονέων Περιφέρειας Αττικής

«Σαν Ομοσπονδία, εκπροσωπώντας 52 ενώσεις γονέων από ισάριθμους δήμους της Αττικής, θεωρούμε ότι το μάθημα των Θρησκευτικών πρέπει να είναι προαιρετικό. Οι θρησκευτικές πεποιθήσεις του καθενός θα πρέπει να εκφράζονται ως προϊόν ελεύθερης βούλησης και όχι ως προϊόν καταναγκασμού. Επιπλέον είναι απαράδεκτο να ζητάς από έναν γονέα υπεύθυνη δήλωση ότι το παιδί του δεν είναι χριστιανός ορθόδοξος. Αποτελεί σαφή παραβίαση δικαιωμάτων και του παιδιού και του γονέα. Πρόκειται για μια εγκύκλιο που πέρασε ελάχιστες μέρες πριν από τις εκλογές του Ιανουαρίου, την τελευταία στιγμή πριν αφήσει ο Α. Λοβέρδος το υπουργείο Παιδείας, είναι προβληματική και απαιτούμε να καταργηθεί».

Η ιστορία της απαλλαγής ανά τα χρόνια

Θρησκευτικά EUROKINISSI/ ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΠΟΝΗΣ

Το καλοκαίρι του 2008, ο τότε υπουργός Παιδείας, Ευριπίδης Στυλιανίδης, εξέδωσε τρεις εγκυκλίους. Οι δύο καθόριζαν ποιοι μαθητές δικαιούνται απαλλαγή από τα Θρησκευτικά (δηλαδή όλοι ανεξαιρέτως, ανεξαρτήτως θρησκεύματος) και με ποιον τρόπο την παίρνουν, ήτοι με μια υπεύθυνη δήλωση (του κηδεμόνα του μαθητή, αν είναι ανήλικος, ή του ιδίου, αν είναι ενήλικος) στην οποία θα αναφέρεται η επιθυμία απαλλαγής για λόγους συνείδησης, χωρίς να δηλώνεται ο λόγος της συγκεκριμένης επιλογής.

Η τρίτη εγκύκλιος καθόριζε τον τρόπο με τον οποίο θα απασχολούνται οι μαθητές που έχουν πάρει απαλλαγή. Ωστόσο σ’ αυτήν την εγκύκλιο αναφερόταν ότι μόνο οι αλλόθρησκοι και οι ετερόδοξοι θα κάνουν τέτοια δήλωση απαλλαγής.

■ Με αφορμή τη σύγχυση που προκλήθηκε, τον Νοέμβριο του 2008 παρεμβαίνει ο Συνήγορος του Πολίτη που με επιστολή του στον υπουργό σημείωνε ότι «το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έκρινε ότι η αξίωση γνωστοποίησης πεποιθήσεων ως προϋπόθεση άσκησης δικαιώματος είναι αθέμιτη». Επιπλέον επισήμαινε ότι η «δυνατότητα απαλλαγής μαθητών δεν αναιρεί τον υποχρεωτικό χαρακτήρα του μαθήματος».

Ωστόσο τόνιζε πως «επιβάλλεται να υπάρχει (σ.σ. η απαλλαγή) όσο το μάθημα των Θρησκευτικών θα διατηρεί τον ομολογιακό χαρακτήρα που προβλέπει η οικεία νομοθεσία». Δεδομένου συνεπώς -συνέχιζε στη γνωμοδότησή του- «του ομολογιακού χαρακτήρα του μαθήματος των Θρησκευτικών, δεν είναι συνταγματικώς θεμιτό η απαλλαγή για λόγους συνείδησης να εξαρτάται από οποιασδήποτε μορφής -θετική ή αρνητική- δήλωση θρησκεύματος. Δικαίωμα δε απαλλαγής από το μάθημα αυτό δεν έχουν μόνο οι «αλλόθρησκοι ή ετερόδοξοι», αλλά όλοι οι μαθητές, ανεξάρτητα από τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις, όταν οι γονείς τους ή οι ίδιοι -όταν είναι ενήλικοι- επικαλούνται λόγους συνείδησης με υπεύθυνή τους δήλωση».

■ Στην αυστηρή απάντησή του (περί διακριτών πεδίων ευθύνης) ο κ. Στυλιανίδης συνέδεε τους λόγους συνείδησης (και το δικαίωμα εξαίρεσης) μόνο με τους αλλόθρησκους ή ετερόδοξους μαθητές, οι οποίοι, κατά τ’ άλλα, δεν υποχρεούνται να δηλώνουν το διαφορετικό δόγμα ή θρήσκευμα στο οποίο πιστεύουν.

■ Το 2012 το Διοικητικό Εφετείο Χανίων (ύστερα από προσφυγή θεολόγων) αποφαίνεται ότι η «η διδασκαλία του μαθήματος των Θρησκευτικών (ΜτΘ) είναι υποχρεωτική, καθώς και η παρακολούθηση από τους μαθητές οι οποίοι ανήκουν στην «κατ’ Ανατολάς Ορθόδοξον Χριστιανικήν Εκκλησίαν», για την ανάπτυξη της θρησκευτικής τους συνείδησης» και «δεν νοείται απαλλαγή από το μάθημα των Θρησκευτικών για μαθητή Χριστιανό Ορθόδοξο για «λόγους θρησκευτικής συνείδησης», αφού η ανάπτυξη αυτής είναι συνταγματική επιταγή δεσμευτική τόσο για την Πολιτεία όσο και για τον αποδέκτη αυτής μαθητή Χριστιανό Ορθόδοξο που συμπράττει στην υλοποίησή της».

■ Το 2013 ο Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος ξεκαθαρίζει την κατάσταση χρησιμοποιώντας ένα διαζευκτικό «ή».

Στην εγκύκλιο που εξέδωσε ανέφερε: «Παρέχεται η δυνατότητα απαλλαγής στους μαθητές που είναι αλλόθρησκοι ή ετερόδοξοι ή επικαλούνται λόγους θρησκευτικής συνείδησης και γι’ αυτό δεν επιθυμούν να το παρακολουθήσουν».

Σε ό,τι αφορά μάλιστα τη διαδικασία όριζε ότι «η απαλλαγή από το μάθημα των Θρησκευτικών χορηγείται ύστερα από Υπεύθυνη Δήλωση (…) στην οποία θα αναφέρεται ότι ο μαθητής δεν είναι Χριστιανός Ορθόδοξος ή επικαλείται λόγους θρησκευτικής συνείδησης, χωρίς να είναι υποχρεωτική η αναφορά του θρησκεύματος στο οποίο ανήκει».

■ Τον Ιανουάριο του 2015 ο Ανδρέας Λοβέρδος, επικαλούμενος «φαινόμενα κατάχρησης του δικαιώματος απαλλαγής», εξέδωσε τη γνωστή εγκύκλιο με την οποία αυστηροποιούσε τους όρους απαλλαγής και όριζε την υποχρεωτική δήλωση των ενδιαφερομένων (γονέων ή των ίδιων των ενήλικων μαθητών) ότι δεν είναι χριστιανοί ορθόδοξοι.

Αντισυνταγματική η κατήχηση

Της Ιφιγένειας Καμτσίδου *

Οσο το μάθημα των Θρησκευτικών διαθέτει κατηχητικό χαρακτήρα, δηλαδή όσο παραμένει προσανατολισμένο στο να εξοικειώσει τους μαθητές με κάποιο θρήσκευμα ή κάποιο δόγμα, τότε η απαλλαγή αυτή είναι επιβαλλόμενη από κείμενα υπέρτερης νομικής ισχύος, όπως για παράδειγμα από την ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του ανθρώπου που επιβάλλουν όχι μόνο την προστασία της θρησκευτικής ελευθερίας αλλά και την ανεξιθρησκία του κράτους.

Την ίδια ανεξιθρησκία εξασφαλίζει και το εθνικό Σύνταγμα, το οποίο στο άρθρο 13 επιτάσσει καθένας που είναι στην επικράτεια να απολαμβάνει τα δικαιώματά του χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το θρήσκευμά του έτσι ώστε η θρησκευτική συνείδηση να είναι ελεύθερη.

Προφανώς ο Αρχιεπίσκοπος αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 16, το οποίο αναγνωρίζει ότι η Παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του κράτους και παράλληλα θέτει στόχο της Παιδείας την ανάπτυξη εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης ταυτόχρονα με τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες. Παγίως και ομόφωνα.

Η παράγραφος αυτή ερμηνεύεται ως εξής: ότι η ελληνική πολιτεία έχει την υποχρέωση να εξοικειώνει τους μαθητές με το φαινόμενο του θείου και να το πράττει με τέτοιον τρόπο ώστε αυτοί να γίνουν ελεύθεροι και υπεύθυνοι πολίτες.

Τούτο σημαίνει με τη σειρά του ότι το υπουργείο Παιδείας, ανάλογα με τις κρατούσες κοινωνικές συνθήκες και με τα διδάγματα κυρίως της παιδαγωγικής επιστήμης, επιλέγει τις μεθόδους εκείνες οι οποίες φέρνουν κοντά τους νέους μαθητές με το θείο ως παράμετρο ηθικής ανύψωσής τους.

Επομένως, με κανέναν τρόπο το Σύνταγμα δεν επιβάλλει το μάθημα των Θρησκευτικών να είναι υποχρεωτικό, ενώ αντίθετα ένα μάθημα Θρησκευτικών το οποίο έχει κατηχητικό χαρακτήρα έρχεται σε αντίθεση και με το εθνικό Σύνταγμα (άρθρο 13) που κατοχυρώνει την ανεξιθρησκία, αλλά και με τις διεθνείς συβάσεις τις οποίες έχουμε υπογράψει και από τις οποίες δεσμευόμαστε.

Θα ήθελα δε να θυμίσω ότι η νομολογία του Στρασβούργου βρίθει καταδικαστικών για τη χώρα μας αποφάσεων επειδή το ελληνικό κράτος μέχρι σήμερα δεν είχε τη μέθοδο να προστατεύσει επαρκώς τη θρησκευτική ελευθερία.

Ορισμένες δε από αυτές αφορούν τη διδασκαλία των Θρησκευτικών στο σχολείο και τον τρόπο απαλλαγής αλλόθρησκων μαθητών από αυτό το μάθημα.

* Αναπ. καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου ΑΠΘ, Πρόεδρος ΕΚΔΔΑ