Του Δρ. Κώστα Μυγδάλη*
Η σύνθεση της νέας κυβέρνησης προξένησε τις πρώτες αντιδράσεις στον φερόμενο ως εκκλησιαστικό χώρο και τον Τύπο που τον καλύπτει και τον υπηρετεί. Οι αντιδράσεις στην επιλογή του κ. πρωθυπουργού, αφορούν το πρόσωπο του κ. Νίκου Φίλη στο υπουργείο Παιδείας. Ο Νίκος Φίλης, λοιπόν, υπουργός και Θρησκευμάτων. Ένας γνωστός διανοούμενος της Αριστεράς σε αυτή τη θέση αποτελεί μια τουλάχιστον περίεργη πρωθυπουργική απόφαση, ίσως ακόμη και πρόκληση, την οποία γνωστοί «εκκλησιαστικοί κύκλοι» αισθάνονται την ανάγκη να επισημάνουν και να σπεύσουν να την αναδείξουν με πολλά ερωτηματικά.
Σπεύδω με τη σειρά μου λοιπόν, διά του παρόντος, να καθησυχάσω τους προβληματιζόμενους ευσεβείς Ορθοδόξους Χριστιανούς και ως ενεργό μέλος της Εκκλησίας του Χριστού, δηλονότι αριστερός, να συγγράψω το παρόν κείμενο «κανονικής συμμαρτυρίας» προς τον υπουργό, βεβαιώνοντας ότι «...καί τά βάθη τῆς καρδίας αὐτού ἐρευνήσας, οὐ μήν ἀλλά καί παρ' ἄλλων ἀξιοπίστων ἀνδρῶν πληροφορηθείς...». Μάλιστα δε, μετά τον πολιτικό του όρκο.
Διότι γνωρίζω τον άνδρα προ πολλών ετών, όταν ήμασταν μαζί σε Κεντρική Επιτροπή της ΕΑΡ σε καιρούς δύσκολους για την Αριστερά, των ελαχίστων ποσοστών (...Μικρὰ ζύμη ὅλον τὸ φύραμα ζυμοῖ.... "Προς Γαλάτας 5:9"), τότε που οργανώσαμε στην Θεσσαλονίκη, 22- 24 Απριλίου το 1988, το συνέδριο «Εκκλησία και Αριστερά στην Ελλάδα σήμερα».
Η "Αυγή" δημοσίευσε τις εισηγήσεις και φιλοξένησε έναν ολόκληρο κύκλο συζητήσεων για το θέμα. "Το παρακάνετε... είχε επισημάνει τότε ο Μιχάλης Παπαγιαννάκης".
Ο Νίκος μόλις είχε αναλάβει την ευθύνη της εφημερίδας. Ο πόθος του να συμβάλει σε αυτόν τον διάλογο ήταν εντυπωσιακός, προοδευτικός, συγκινητικός, ώστε να πέσουν τοίχοι και να λυθούν αγκυλώσεις από την Αριστερά. Αναλωθήκαμε πάνω σε ατελείωτες συζητήσεις περί Θωμά Ακινάτη και Γρηγορίου του Παλαμά. Διαπίστωσα λοιπόν ότι πέραν της λιπαράς μόρφωσής του και της θύραθεν παιδείας που διαθέτει επί κοινωνικών και θρησκευτικών θεμάτων, διαθέτει και τη γνώση σε θέματα χώρου της Εκκλησίας, γνώση ειδική και λεπτομερή, αλλά και τον σεβασμό του σύγχρονου αριστερού ανθρώπου πάνω στις απόψεις της Εκκλησίας, όσο και αν διαφωνεί κανείς με αυτές. Όπως επίσης και το ενδιαφέρον του να εμπλουτίζει διαρκώς τις γνώσεις του πάνω στο θέμα. Δροσερός και ευχάριστος συνομιλητής, με έντονες κοινωνικές ανησυχίες να κυριαρχούν στην σκέψη του. Ουκέτι καιρός για ανάλογη πνευματική αναψυχή και μέθεξη.
Η συζήτηση μαζί του ήταν πάντα για μένα μια όαση, όχι τόσο για τους προβληματισμούς του αλλά για τη θερμή του διάθεση να ακούει προσεκτικά και να εμβαθύνει σε θέματα ενδιαφέροντος του εκκλησιαστικού χώρου. (Επιτρέψτε μου να συγκρίνω την στάση του Ν. Φίλη πάνω σε αυτά τα θέματα με την ανάλογη στάση που είχε ο συχωρεμένος Λ. Κύρκος όταν μου έκανε τη μεγάλη τιμή να συζητά και να πληροφορείται από μένα απόψεις μου πάνω σε ανάλογα εκκλησιαστικά ζητήματα). Η στάση ενός συνεπούς αριστερού ανθρώπου που δείχνει απέραντο σεβασμό στην διαφορετική άποψη αλλά και το μεγάλο ενδιαφέρον του για τα εκκλησιαστικά, αείποτε εκφραζόμενο, είναι τα χαρακτηριστικά του νέου υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων.
Αυτό που αποδείχθηκε όλα αυτά τα χρόνια, από τη μεταπολίτευση και μετά, είναι το γεγονός ότι η Εκκλησία ορθώς ασχολείται με το να αναζητεί έναν σοβαρό και υπεύθυνο συνομιλητή στο υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, ώστε να αρχίσει να προσεγγίζει με υπευθυνότητα, τιμιότητα και σοβαρότητα τα θέματα που την απασχολούν. Χωρίς κρυμμένα χαρτιά και θρησκευτικούς λαϊκισμούς. Φευ όμως, η προσπάθεια δεν απέδωσε καρπούς. Η Εκκλησία τελικά απεδείχθη πως δεν χρειάζεται έναν «δικό της άνθρωπο» σε αυτήν την θέση. Άλλωστε οι περισσότεροι που λάμπρυναν τον υπουργικό αυτό θώκο ήταν, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, δικοί μας άνθρωποι, τουτέστιν της Εκκλησίας και είδαμε τα χαΐρια. Ποιο πρόβλημα τέθηκε προς σοβαρή συζήτηση και ποιο μπήκε σε διαδικασία ανάδειξης και επίλυσης; Ουδέν. Μηδέν εις το πηλίκον. Κατά τ' άλλα όμως, «...υπέρ των ευσεβών και ορθοδόξων υπουργών...».
Στη θεσμική Εκκλησία εκτιμώ πως παρέχεται σήμερα μια δυνατότητα σαφής και καθαρή. Να συνομιλήσει με ειλικρίνεια με τον νέο υπουργό, μετά την ανάγνωση των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης, και να θέσει τα όποια θέματα την απασχολούν, μέσα στο πλαίσιο που ορίζουν οι διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας, οι σχεδιασμοί της κυβέρνησης και η επιβαλλόμενη σοβαρότητα. Οι καιροί ου μενετοί. Οι οποιεσδήποτε εξαιρέσεις και απαλλαγές, στο όνομα δήθεν ιερών προθέσεων και σκοπών, κρίνονται, διασύρονται και τελικά πείθουν μόνο αφελείς μειοψηφίες πιστών. Η αποχή άλλωστε του 45% δεν αφορά μόνο το πολιτικό σύστημα, αλλά όλους ανεξαιρέτως τους έχοντες ελπίδα. Καλή συνεργασία.
* Ο δρ. Κώστας Μυγδάλης, είναι αρχιτέκτονας μηχανικός, διδάκτορας της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ και άμισθος σύμβουλος της Διακοινοβουλευτικής Συνέλευσης Ορθοδοξίας